top of page

H πρωταρχική σχέση προσκόλλησης του βρέφους με τη μητέρα

Ο τοκετός είναι μία φυσιολογική διαδικασία, η οποία τερματίζει τη βιολογική συνύπαρξη της μητέρας και του βρέφους, μέσα από τον ανατομικό αποχωρισμό των δύο υπάρξεων. Όμως, το νεογέννητο βρέφος συνεχίζει να βρίσκεται σε μία κατάσταση ψυχολογικής συγχώνευσης με τη μητέρα του για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα μετά τη γέννησή του . Στα πλαίσια της συγκεκριμένης κατάστασης, το βρέφος αντιλαμβάνεται και βιώνει τον κόσμο αποκλειστικά μέσα από την εμπειρία της συμβιωτικής σχέσης του με τη μητέρα. Η ψυχολογική αυτή συμβίωση του βρέφους με τη μητέρα περιγράφεται ως μία πρωτόγονη γνωστική και συναισθηματική διάχυση, την οποία βιώνει περισσότερο έντονα το βρέφος και λιγότερο έντονα η μητέρα.

Από την ηλικία των έξι έως εννέα μηνών το βρέφος αρχίζει να αντιλαμβάνεται τη μητέρα ως μία οντότητα ξεχωριστή από τον εαυτό του. Το στάδιο αυτό ονομάζεται «ψυχολογική γέννηση» του ανθρώπου και αναφέρεται σε μία ενδοψυχική διαδικασία, η οποία στοχεύει στον σταδιακό, ψυχολογικό αποχωρισμό του παιδιού από τη μητέρα του. Στη φάση αυτή το βρέφος συνειδητοποιεί ότι η μητέρα του δύναται να απομακρυνθεί από κοντά του ή να το εγκαταλείψει. Η συνειδητοποίηση της ατομικότητας και της εξάρτησης του βρέφους από τη μητέρα του, δημιουργεί στο παιδί μία έντονη ανάγκη για συναισθηματική προσκόλληση σε αυτήν . Η εγγενής επιθυμία του βρέφους για φυσική και συναισθηματική επαφή με τη μητέρα του εκφράζεται μέσα από την εκδήλωση συγκεκριμένων συμπεριφορών, οι οποίες ονομάζονται συμπεριφορές προσκόλλησης. Τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι το έντονο κλάμα, το επίμονο χαμόγελο και η ενεργός αναζήτηση σωματικής ή βλεματικής εγγύτητας με τη μητέρα. Στόχος αυτών των συμπεριφορών είναι η ενεργοποίηση του ενδιαφέροντος και της διάθεσης φροντίδας της μητέρας, ή όποιου άλλου προσώπου συμμετέχει ενεργά στην ανατροφή του βρέφους και λειτουργεί γι’ αυτό ως «φιγούρα προσκόλλησης» . Οι συμπεριφορές προσκόλλησης του βρέφους εκδηλώνονται με μεγαλύτερη ένταση όταν αυτό είναι άρρωστο ή κουρασμένο, όταν πεινάει και γενικότερα όταν βιώνει ή αντιλαμβάνεται κάποιο απειλητικό ερέθισμα στο περιβάλλον του. Όσο πιο άμεσα, θετικά και σταθερά ανταποκρίνεται μία μητέρα στο κάλεσμα του παιδιού της για φροντίδα, τόσο πιο ασφαλές και σίγουρο νιώθει το βρέφος για τον εαυτό του και τόσο πιο εύκολα επικεντρώνει την προσοχή και το ενδιαφέρον του σε νέα ερεθίσματα.

Η εγγενής επιθυμία του βρέφους για σωματική και συναισθηματική εγγύτητα με τη μητέρα, δε στοχεύει μόνο στην κάλυψη των φυσικών αναγκών και την εξασφάλιση της επιβίωσής του. Η ανάγκη του βρέφους για συναισθηματική προσκόλληση με τη μητέρα εκδηλώνεται για να ικανοποιήσει πρωτίστως την εσωτερική του ανάγκη για ασφάλεια, στοργή και προστασία. Όταν τα παιδιά αποκομίζουν συναισθήματα ηρεμίας και ασφάλειας μέσα από τη σχέση τους με τους γονείς, ουσιαστικά εφοδιάζονται με μία «ασφαλή βάση» ζωής, μέσα στην οποία αισθάνονται ότι χαλαρώνουν, ησυχάζουν και ηρεμούν . Με το πέρασμα των χρόνων, η ασφαλής αυτή βάση αφομοιώνεται από το παιδί και διαμορφώνει την εσωτερική αναπαράσταση για την ευχαρίστηση που απορρέει μέσα από τις σχέσεις. Ο ρόλος του πατέρα, στην αρχή της ζωής του παιδιού, είναι περισσότερο έμμεσος από αυτόν την μητέρας σε σχέση με το βρέφος. Κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας η προσφορά του πατέρα περνάει μέσα από τη μητέρα για να φτάσει στο παιδί. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι ο ρόλος του πατέρα δεν είναι εξίσου σημαντικός με αυτόν της μητέρας και ολοένα πιο ορατός, καθώς το παιδί ωριμάζει και αποκτά μεγαλύτερη ανεξαρτησία.

Ο Bowlby (1969) τόνισε πόσο επιζήμια ή βλαβερή μπορεί να αποβεί για τη σωματική και ψυχική ισορροπία του παιδιού η απουσία μίας σχέσης προσκόλλησης με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, το οποίο φροντίζει και αλληλεπιδρά συναισθηματικά με το παιδί σε σταθερή βάση. Σύμφωνα με τον ίδιο, η ανεπαρκής συναισθηματική φροντίδα και η έλλειψη αποδοχής και υποστήριξης από τους γονείς κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας συνδέεται με την εκδήλωση έντονων δυσκολιών σε διάφορα στάδια της ανάπτυξης του ανθρώπου. Με άλλα λόγια, η εσωτερικευμένη αίσθηση της ασφάλειας ή της ανασφάλειας, που διαμορφώνουν οι άνθρωποι μέσα από την πρωταρχική εμπειρία της σχέσης τους με τους γονείς, παραμένει ενεργή καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους και τείνει να λειτουργεί ως «θεμέλιος λίθος» για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους. Παράλληλα, η εσωτερικευμένη αυτή αίσθηση της ασφάλειας ή της ανασφάλειας επηρεάζει την πορεία του ανθρώπου σε πολύ σημαντικούς τομείς της ζωής του, όπως οι ερωτικές σχέσεις, η γονεϊκή συμπεριφορά, η εργασία κ.α.



 


Πρόσφατα Posts
Κατηγορίες άρθρων
Άρθρα ανά μήνα
bottom of page