"Τι συμβαίνει στο παιδί μου και είναι επιθετικό";
Η επιθετικότητα στην παιδική ηλικία αφορά την εκδήλωση βίας ή/και την εκδήλωση εκφοβισμού (bullying). Υπάρχουν τρεις μορφές βίας που μπορεί να ασκήσει ένα παιδί, η βία εναντίον ενός συγκεκριμένου προσώπου, η βία κατά περιουσίας (βανδαλισμοί) και η βία που λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά απευθύνεται στον εαυτό. Κατά διαφορετικό τρόπο, ο εκφοβισμός είναι μία κατάσταση, όπου ένα παιδί εκτίθεται επανειλημμένα και για συνεχές χρονικό διάστημα σε αρνητικές πράξεις άλλου ή άλλων μαθητών. Κατά τον εκφοβισμό μεταξύ θύτη και θύματος αναπτύσσεται ανισορροπία δύναμης με αποτέλεσμα το θύμα να μην μπορεί να αμυνθεί και έτσι να εντείνεται η ανισότητα. Έτσι, το θύμα αναστατώνεται και εκδηλώνει εσωτερικές ψυχικές εντάσεις με απόσυρση, κλάμα, πόνο ή θυμό, ενώ ο θύτης από την πλευρά του παραμένει ψυχρός, δεν εκδηλώνει κανένα συναίσθημα, πιστεύει ότι το θύμα ευθύνεται για την επίθεση που δέχεται και ότι του αξίζει να υποφέρει. Αντίθετα, το παιδί που λειτουργεί ως θύτης νιώθει δικαιωμένο για ότι κάνει και θέλει σε όλες τις περιπτώσεις να είναι ο κερδισμένος. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη συνέχιση και την εδραίωση μίας κατάστασης σχολικού εκφοβισμού είναι η ανοχή που εκδηλώνει ο περίγυρος (παιδιά παρατηρητές που δεν αντιδρούν, γονείς, εκπαιδευτικοί κ.α.).
Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, σύμφωνα με τον ορισμό που προσφέρει το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, επιθετική συμπεριφορά στην παιδική ηλικία είναι όταν ένα παιδί εμπρόθετα:
Συγκρούεται ή προσπαθεί να χτυπήσει ή να τραυματίσει ή να δυσχεράνει κάποιο άλλο παιδί σωματικά, λεκτικά ή με χειρονομίες
Αποκλείει κάποιο παιδί από την ομάδα
Παρεμποδίζει την ολοκλήρωση των επιθυμιών κάποιου άλλου παιδιού
Γιατί όμως τα παιδιά γίνονται επιθετικά; Τι είναι αυτό που τα κάνει να συμπεριφέρονται με βίαιο ή/και εχθρικό τρόπο;
Αρκετά συχνά η εκδήλωση βίαιης συμπεριφοράς είναι ένδειξης κάποιου βαθύτερου προβλήματος που αντιμετωπίζει το παιδί. Η κατανόηση των παραμέτρων που συνδέονται με την εκδήλωση επιθετικότητας στα παιδιά είναι βοηθητική προκειμένου να αντιληφθούν οι γονείς ή/και οι εκπαιδευτικοί ποιες είναι οι βαθύτερες δυσκολίες που συνδέονται με τη συγκεκριμένη συμπεριφορά και σε τι επίπεδο μπορούν να παρέμβουν προκειμένου να τις αντιμετωπίσουν έγκαιρα.
Έτσι, οι παράγοντες που επηρεάζουν την εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς στα παιδιά συνοψίζονται στους εξής:
1. Η αίσθηση της συναισθηματικής ανασφάλειας που εισπράττουν τα παιδιά από τη σχέση τους με τους γονείς. Τα παιδιά που έχουν γονείς που δεν ανταποκρίνονται με συνέπεια και με σταθερότητα στις συναισθηματικές τους ανάγκες είναι περισσότερο πιθανό να εκδηλώσουν επιθετικότητα. Αρκετοί γονείς θεωρούν λανθασμένα ότι η συναισθηματική ασφάλεια επιτυγχάνεται μέσα από την παροχή υλικών αγαθών και την ικανοποίηση κάθε επιθυμίας του παιδιού, δίχως να υπάρχει όριο στο τι επιτρέπεται και τι όχι. Αντίστοιχα επιβλαβής είναι η άσκηση σωματικής ή/και λεκτικής βίας στο παιδί. Τόσο η έλλειψη ορίου όσο και η υπερβολική αυστηρότητα και αυταρχικότητα δημιουργούν τεράστια εσωτερική ένταση στα παιδιά που είναι πιθανό να εκδηλωθεί μέσα από επιθετική συμπεριφορά.
2. Γενικότεροι οικογενειακοί-κοινωνικοί παράγοντες. Αρκετά παιδιά που βιώνουν δυσκολίες μέσα στην οικογένειά τους εξωτερικεύουν τη λύπη και τα δυσάρεστα συναισθήματα που δεν μπορούν να διαχειριστούν μέσα από την εκδήλωση επιθετικότητας. Οι πλέον συνήθεις παράγοντες που λειτουργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι τα πολύ υψηλά επίπεδα στρες που βιώνουν οι γονείς των παιδιών, η κακή σχέση ανάμεσα στους γονείς, οι συνθήκες φτώχειας, ο ερχομός ενός νέου μέλους στην οικογένεια, η μακροχρόνια ανεργία των γονέων, οι δυσκολία των γονέων να προσαρμοστούν στο διαζύγιο, το πένθος μέσα στην οικογένεια, η κατάθλιψη, η κατάχρηση αλκοόλ, άλλων ναρκωτικών ουσιών κ.α.
3. Η κοινωνική συμπεριφορά/αντίληψη της οικογένειας. Αρκετά συχνά τα επιθετικά παιδιά έχουν γονείς που εκδηλώνουν συμπεριφορές που είναι κοινωνικά μη αποδεκτές (π.χ. γονείς που βρίζουν συνέχεια άλλους ανθρώπους ή που εκφράζουν εθνικιστικές αντιλήψεις, γονείς που δεν μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά τη ματαίωση ή την τάση απομόνωσης που μπορεί να εισπράττουν από το περιβάλλον τους). Με αυτό τον τρόπο οι γονείς είναι σαν να «δείχνουν» στα παιδιά τους τον τρόπο να λειτουργούν με μη αποδεκτά ή βίαια μέσα.
4. Ιδιοσυγκρασιακά χαρακτηριστικά του παιδιού. Ιδιοσυγκρασιακά χαρακτηριστικά όπως π.χ. καθυστέρηση στη γνωστική ανάπτυξη, έντονη διάσπαση προσοχής, η έντονη υπερκινητική συμπεριφορά, διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές κ.α. συχνά συνάδουν με την εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς (χωρίς αυτό φυσικά να σημαίνει ότι αποτελούν αιτία της ή ότι δεν περιορίζονται μέσω κατάλληλης παρέμβασης από το περιβάλλον).
5. Το σχολείο και ο κύκλος των συνομηλίκων. Όσο μεγαλώνει ένα παιδί, τόσο περισσότερο μειώνεται η δυνατότητα άμεσης επιρροής της οικογένειας στη συμπεριφορά του. Έτσι, η πολύ συχνή συναναστροφή ενός παιδιού μέσης παιδικής ηλικίας με παιδιά που εκδηλώνουν διάφορες μορφές αντικοινωνικής συμπεριφοράς ενισχύει την πιθανότητα να εκδηλώσει το παιδί αυτό επιθετικότητα. Εξίσου αρνητικά λειτουργούν οι συνεχείς εμπειρίες απόρριψης, οι συνεχείς διαμάχες με άλλα παιδιά, η συμμετοχή σε «συμμορίες» ή κλίκες κ.α. Ο ρόλος του σχολείου και η στάση των παιδαγωγών που είναι μάρτυρες τέτοιου είδους φαινομένων είναι ιδιαίτερα σημαντικός.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σχεδόν πάντα ο κάθε ένας από τους παράγοντες που επισημάνθηκαν παραπάνω δεν λειτουργεί από μόνος του. Οι περισσότερες προβληματικές συμπεριφορές της παιδικής ηλικίας διαμορφώνονται από το συνδυασμό ποικιλίας παραγόντων, οι οποίοι δεν επηρεάζουν όλα τα παιδιά με την ίδια βαρύτητα. Όταν οι γονείς δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις βαθύτερες ρίζες της επιθετικότητας και της συναισθηματικής έντασης ενός παιδιού η συμβουλευτική υποστήριξη από Ψυχολόγο μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα βοηθητική.
συμβουλευτική υποστήριξη ενός ψυχολόγου μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα βοηθητική